- εκ
- και (πριν από φωνήεν) εξ και (σε σύνθεση) ξε- (AM ἐκ, ἐξ)πρόθεση που συντάσσεται με γενική και ισοδυναμεί με την από + αιτιατικήο πλήρης τύπος τής πρόθεσης είναι εκ(ς), το ς μεταξύ δύο φωνηέντων αποβάλλεται σε σύνθεση και πριν από τα γράμματα β, γ, δ, κ, λ, μ, ξ εμφανίζεται με τη μορφή εγ («γδικιούμαι», «ἐγβάτης» — εκβάτης, «ἐγλαβή» — εκλαβή κ.λπ.) στις αττικές επιγραφές ἐχ πριν από τα χ, φ, θ, σΙ. σε σύνταξη σημαίνει: 1. κίνηση από κάποιο τόπο, απομάκρυνση, εξαγωγή, προέλευση («έφυγε εκ τής γονικής του χώρας, εκ τής οικίας του»)2. χρονική αρχή ή αφετηρία («εξ αμνημονεύτων χρόνων», «ἐκ παίδων εἰς ἥβην ὡρμᾱτο»)3. το ύστερο, το κατοπινό («ἐκ μὲν εἰρήνης πολεμεῑν» — μετά από την ειρήνη να πολεμούν4. καταγωγή («προέρχεται εκ καλής οικογενείας», «ο Θεός έπλασε τον κόσμο εκ τού μηδενός»)5. την ύλη («κατέθεσα στέφανο εκ δάφνης»)6. φρ. «εκ τού εμφανούς» — εμφανώς, «εκ στόματος» — προφορικά, «εκ τού μηδενός» — με το τίποτε, «εκ δεξιών», «εξ αριστερών», «εκ τού συστάδην», «εξ όψεως», «εξ ακοής», «εξ ιδίων», «εκ τών ενόντων», «εξ αρχής», «εξ απροόπτου» κ.λπ.αρχ.μερικές φορές η πρόθεση αυτή μπαίνει μεταξύ επιθέτου και ουσιαστικού («τρόπων ἐξ οἵων»ἐξ οἵων τρόπων)1. μετάσταση από τη μια κατάσταση στην άλλη («δοῡλοι ἐξ ἐλευθέρων»)2. το μέρος από το οποίο κρατάει κάποιος κάτι ή κρατιέται από κάτι3. το όλο απ' το οποίο λαμβάνεται το μέρος4. αιτία («λέξον ἐκ τίνος ἐπλήγης;»)5. το ποιητικό αίτιο («ἐκ βασιλέως δεδομέναι»)6. συμφωνία («ἐκ τῶν ἔργων χρὴ μᾱλλον ἤ ἐκ τῶν λόγων τὴν ψῆφον φέρειν» — πρέπει να ψηφίζεται κάποιος περισσότερο σύμφωνα με τα έργα του παρά σύμφωνα με τα λόγια του)7. τον τρόπο8. φρ. α) «ἐκ παντὸς τρόπου» — οπωσδήποτεβ) «ἐκ στήθους» — από μνήμηςγ) «ἐξ ὑπογυίου» — πρόχειραII. σε σύνθεση σημαίνει: 1. το έξω (εξέρχομαι, ἔκδημος)2. απομάκρυνση, αφαίρεση (εξίσταμαι, εκδύω)3. το εντελώς (εκπληρώ, εξοπλίζω)4. το πολύ (έκλευκος, ἐκπεπταμένως)5. τη μεταβολή (εκβαρβαρώ, εξελληνίζω)6. την καταγωγή (ἔκγονος).[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. εξ].
Dictionary of Greek. 2013.